Σταύρος Ψυχάρης: In memoriam
Με λύπη διάβασα αυτό το άρθρο του εκλεκτού δημοσιογράφου Γιώργου Λακόπουλου, σχετικά με την απουσία από την κηδεία του Σταύρου Ψυχάρη πολλών «επιφανών» ευεργετημένων. Ελάχιστα τα γεναιόδωρα κείμενα για τον θανόντα – όπως αυτό από τον Μάκη Τριανταφυλλόπουλο, αυτό εδώ από τον Δημήτρη Ψυχογιό, αυτό εδώ από το protagon του Χρήστου Μεμή κι αυτό εδώ από τον Άγγελο Αθανασόπουλο.
Επειδή κι εγώ έλλειψα από την κηδεία του (αφού και δεν ήμουν στην Αθήνα και το έμαθα αρκετές μέρες μετά) κι επειδή καλό είναι να τιμάμε τη μνήμη ανθρώπων που μας καθόρισαν είπα να γράψω μερικά πράγματα για την εμπειρία μου με αυτόν τον μοναδικό άνθρωπο που η τύχη τα έφερε έτσι να εργαστώ (σε καθημερινή βάση) για περίπου δύο χρόνια.
Στόχος φυσικά είναι και να τιμήσουμε έναν άνθρωπο προβάλλοντας πτυχές που δεν γνωρίζουν ούτε οι στενοί συγγενείς του (δηλαδή αυτά που θα γράψω παρακάτω δεν νομίζω να τα γνωρίζουν ούτε οι οικείοι του) αλλά κυρίως για να μαθαίνουν οι νεώτεροι που ίσως βρεθούν σε αντίστοιχες θέσεις ευθύνης.
Πριν ξεκινήσω την αφήγηση να πω ότι αυτά που θα διαβάσετε παρακάτω σκοπό δεν έχουν να ωραιοποιήσουν πράγματα και καταστάσεις. Απλά έτσι έγιναν. Είναι ιστορίες ανθρώπων με ισχυρές προσωπικότητες – εγωισμό και που αυτός ο χαρακτήρας τους είναι υπεύθυνος για τα όσα δημιούργησαν – είτε τα ολοκλήρωσαν είτε τα άφησαν στη μέση – σε κάθε περίπτωση όμως αυτό που πέτυχαν είναι αυτό που λέμε «αξιόλογο». Αν έχει κάποια ιδιαίτερη αξία αυτή η καταγραφή είναι το πως ο “ισχυρός άνδρας” του ΔΟΛ -την εποχή μάλιστα της παντοδυναμίας του- διαχειρίστηκε, έναν από τους πλέον αδύναμους και “ιδιαίτερους” συνεργάτες του – εξηγεί νομίζω πολλά για τον χαρακτήρα του.
Πάμε λοιπόν.
Πως πήγα στον ΔΟΛ
Αυτή η ιστορία έχει σχέση και με το πως έφυγα από τον ΔΟΛ – που δείχνει και τον πραγματικό χαρακτήρα του συγχωρεμένου.
Είμαστε στο 1997 κι εργάζομαι στη Ναυτεμπορική με την οργανική θέση του υπεύθυνου φωτογραφικού αρχείου αλλά κυρίως ασχολούμενος με το web site της εφημερίδας. Το σαιτ πήγαινε από τότε καλά, μην τα ξαναγράφω τα έχω γράψει εδώ, και σε κάποια φάση ο φίλος (και κατοπινός κουμπάρος μου) υπεύθυνος του σαιτ Γιώργος Ζαφόλιας παίρνει άδεια. Οπότε το σαιτ το έτρεχα εγώ κι είχα «παραμελήσει» το φωτογραφικό αρχείο. Για λόγους που δεν είναι της παρούσης, ένας δημοσιογράφος -ας τον πούμε με τα αρχικά Μ.Ν.- που τον θεωρούσα φίλο μου, σε κάποια στιγμή με πρόσβαλε, κατά τη γνώμη μου με τρόπο που αδικούσε τη φιλία μας, και στο θυμό μου, για να μην χτυπήσω τον ίδιο, βάρεσα μια μπουνιά στον τοίχο. Η δύναμη τόση που έσπασε το χέρι μου. Ακόμη και σήμερα το δεξί μου χέρι «γέρνει προς τα μέσα» αποτέλεσμα εκείνης της γροθιάς που είχα ρίξει σε κείνον τον τοίχο.
Θα σας γελάσω αν ήταν από ντροπή σε όλους τους άλλους συναδέλφους ή από το ότι δεν ήθελα να ξαναδώ αυτόν τον δημοσιογράφο-«φίλο» ποτέ ξανά, αλλά θεώρησα επιτακτικό να παραιτηθώ. Έτσι κι έγινε.
Τι έκανα στον ΔΟΛ
Εκείνες τις μέρες ο ΔΟΛ έψαχνε στελέχη για την επάνδρωση του τμήματος Ιντερνετ του Βήματος. Έτσι με τη συστατική του υπεύθυνου του τμήματος των Financial Times της Ναυτεμπορικής, Σώτου Χρυσαφόπουλου βρέθηκα στη Χρήστου Λαδά 3, στη Multimedia που ήταν το «τεχνικό τμήμα» του ΔΟΛ – υποστηρίζοντας από το Pre-press και τα Τυπογραφεία μέχρι το Φωτογραφικό Αρχείο και τους υπολογιστές των δημοσιογράφων του Οργανισμού.
Όπως έχω γράψει κι εδώ, η εμπειρία μου ήταν διαφορετική από τις προσδοκίες μου. Δηλαδή αντί να ασχοληθώ με το να σουλουπώσω τα σαιτ του Βήματος και των Νέων, ο διευθυντής μου Δημήτρης Τσιαμπούρης θεώρησε σκόπιμο να με θέσει υπεύθυνο ανάπτυξης του εκδοτικού συστήματος του Οργανισμού.
Γνωριμία με τον Σταύρο Ψυχάρη
Έτσι, στα 28 μου βρέθηκα να φέρω την ευθύνη για την νέα καρδιά (σε τεχνικό επίπεδο) για το πιο κρίσιμο συστατικό του μεγαλύτερου δημοσιογραφικού οργανισμού της χώρας. Όχι φυσικά μόνος μου. Το έργο είχε ανατεθεί στην IBM Hellas/Byte, απλά εγώ θα ήμουν το Interface μεταξύ του Οργανισμού και της IBM και φυσικά θα κάνω τις τροποποιήσεις είτε στο σύστημα είτε στις διαδικασίες του Οργανισμού ώστε το έργο να είναι επιτυχημένο. Η πλατφόρμα μας ήταν η Domino/Lotus Notes -μια NoSQL βάση δεδομένων (που τώρα είναι πάλι της μόδας)- και οι δημοσιογράφοι θα είχαν ένα ενιαίο περιβάλλον για να έχουν πρόσβαση στο Ιντερνετ, στα μειλ τους και στο Εκδοτικό Σύστημα. Ήταν μια πραγματικά καινοτόμος προσπάθεια που ξεκίνησε από το Βήμα της Κυριακής, με στόχο να καλύψει τις ανάγκες και του Καθημερινού Βήματος που θα κυκλοφορούσε. Τελικά υιοθετήθηκε απ’ όλα τα έντυπα του Οργανισμού και παρέμεινε σε λειτουργία για γύρω στα 15 χρόνια. Προϋπόθεση για την επιτυχία του έργου ήταν ο εκσυγχρονισμός όλου του Οργανισμού, π.χ. μέχρι τότε οι δημοσιογράφοι έγραφαν τα κείμενα τους σε μαύρες οθόνες, οι περισσότεροι δεν είχαν δουλέψει ποτέ σε Windows κλπ κλπ κι έτσι αναλάβαμε την εκπαίδευσή τους. Επίσης ο mail server του ΔΟΛ από την Πανεπιστημίου μετακόμισε στη Χρήστου Λαδά στο πολύ πιο αξιόπιστο Lotus Domino της IBM σε σχέση με τον τότε αναξιόπιστο Exchange της Microsoft.
Με αυτά και με αυτά βρέθηκα να έχω συνεχή επαφή με όλους τους δημοσιογράφους του Βήματος και στη συνέχεια του Συγκροτήματος και ανέλαβα τον άτυπο ρόλο του δασκάλου πληροφορικής τους. Εκείνη την εποχή στο Βήμα, πέρα από τον επιτελάρχη του Ψυχάρη, Χρήστο Μεμή υπήρχαν δημοσιογράφοι όπως οι συγχωρεμένοι Ευσταθιάδης, Ζενάκος και Μαράκης, αλλά κι άλλα μεγάλα ονόματα της δημοσιογραφίας και της πολιτικής ζωής του τόπου όπως οι Καρτάλης, Ευθυμίου, Ψυχογιός, Μουλόπουλος, Γιαννακόπουλος, Λακόπουλος, Πρετεντέρης, Παπαχελάς, Λάμψιας, Χασαπόπουλος στο πολιτικό/διεθνές, ο Λάλας και η ομάδα του στην Κουλτούρα (σημερινό Lifestyle στην ομάδα του οποίου ήταν ο σημερινός διευθυντής του in.gr Λευτέρης Χαραλαμπόπουλος), αλλά και νέες προσθήκες που ήρθαν για το ημερήσιο βήμα όπως ο συγχωρεμένος Θέμος Αναστασιάδης με την ομάδα του (Καραμήτσο και Τσαούση που μετά από κάποια χρόνια θα ήταν οι πρωτεργάτες του Πρώτου Θέματος). Με λίγα λόγια το Βήμα είχε τότε το enfant gâté της ελληνικής δημοσιογραφίας. Κι όλοι αυτοί λειτουργούσαν υπό τον συντονισμό των Ψυχάρη-Μεμή.
Η καθημερινή επαφή μαζί του
Το εκδοτικό τεχνικά, σε επίπεδο προδιαγραφών, το στήσαμε με τον Χρήστο Μεμή, όμως με τον συγχωρεμένο Σταύρο Ψυχάρη (μέσω της γραμματείας του) βρέθηκα να έχω καθημερινή επαφή για άλλο λόγο: Μετά τις πρώτες συναντήσεις με τον Χ. Μεμή για το τι μπορούσαμε να κάνουμε, με καλεί ο διευθυντής μου (Δ. Τσιαμπούρης) για να μου πει το εξής: Μιας και θα έχουμε τον mail server εδώ και επειδή το Lotus έρχεται με μια υποτυπώδη εφαρμογή ημερολογίου μου ζητήθηκε από πάνω να φτιάξεις την εξής εφαρμογή: Μια ατζέντα για τους κ.κ. Λαμπράκη και Ψυχάρη και τις 4 γραμματείς τους με την εξής λειτουργικότητα: Να μπορούν οι γραμματείς να καταχωρούν συναντήσεις ή συμβάντα είτε κοινά και στους δύο είτε σε καθέναν ξεχωριστά. Να μπορούν οι δύο να αναθέτουν συναντήσεις ή tasks είτε σε ομάδα γραμματέων είτε σε κάθε μια ξεχωριστά. Να μπορούν να στέλνουν μηνύματα μεταξύ τους χωρίς να τα βλέπουν οι γραμματείς και τέλος να μπορούν να καταχωρούν σημειώσεις που είναι προσωπικές. Και όλα αυτά να γίνονται με τρόπο που ούτε ο διαχειριστής (δηλαδή εγώ) να βλέπει τα περιεχόμενα.
Η εφαρμογή αυτή φτιάχτηκε, οι γραμματείς εκπαιδεύτηκαν και μπήκε σε λειτουργία προς τέρψη και των δύο. Για να γίνει αυτό και λόγω της πολυπλοκότητας της εφαρμογής αλλά και του φόρτου εργασίας της γραμματείας, μας πήρε αρκετούς μήνες εκπαίδευσης. Οπότε καθημερινά σχεδόν βρισκόμουν στο γραφείο τους.
Μετά, προέκυψαν κι άλλες ιδέες για το πως μπορούν να εκσυγχρονιστούν ακόμη περισσότερο. Π.χ. ο Ψυχάρης είχε τη «μανία» να διαβάζει κάθε επιστολή αναγνωστών, τις οποίες και κατηγοριοποιούσε και ανάλογα. Του έφτιαξα μια ξεχωριστή εφαρμογή και για αυτό το αρχείο. Για να καταλάβετε τη μανία του (αλλά και τη μνήμη του) εξαίρεση δεν ήταν ούτε μια δική μου επιστολή που είχα στείλει 10 χρόνια πριν, σαν συνδρομής του Βήματος (ενώ ήμουν στο Λονδίνο) όπου παραπονιόμουν για το ότι το φύλλο έφθανε σε εμάς είτε την Πέμπτη είτε την Παρασκευή. Οπότε όταν γνωριστήκαμε με ρώτησε και για αυτό. Μάλιστα μου είπε ότι «ενώ το φτιάξαμε αυτό δηλ. τα φύλα παραδίδονταν την Τρίτη, διέκοψες τη συνδρομή σου, γιατί;» και του είπα ότι ο λόγος ήταν άλλος. “Μετά από μερικούς μήνες στην Αγγλία κατάλαβα ότι θα περνούσα πολλά χρόνια εκεί, οπότε έπρεπε να αγαπήσω αληθινά τη χώρα -διαφορετικά θα υπέφερα- οπότε αντί να διαβάζω το Βήμα, προτίμησα να γραφτώ συνδρομητής στους Times και κατόπιν στην Daily Telegraph για να τη μάθω καλύτερα”.
Ενδιαφέρον για μένα ήταν και το ενδιαφέρον τους το πως εγώ με τον συγκεκριμένο πατέρα κι αδελφό (που τότε ήταν ο ανταποκριτής του Ριζοσπάστη στο Μόσχα) πως πήγα στην Αγγλία και μάλιστα να είναι Θατσερικός κλπ. Μετά μου κάναν είτε χιούμορ με αυτό π.χ. βρισκόμουν με τα κορίτσια της γραμματείας κι άκουγα κάποιες φορές τον Λαμπράκη να λέει… «είναι και ο… κομμουνιστής μαζί μας;» μέχρι πιο σοβαρά στο να με βοηθήσουν να ζήσω καλύτερα με τον εαυτό μου που είχα άλλες απόψεις από αυτές του πατέρα μου και του αδελφού μου. Άλλωστε κι ο ίδιος ο Ψυχάρης με προίκα από την αριστερά ξεκίνησε την καριέρα του. Οφείλω και στους δύο πολλά.
Όμως οφείλω ακόμη περισσότερο σε έναν άλλο άνθρωπο. Τον Στάθη Ευσταθιάδη, που άλλωστε ήταν και ο πιο πιστός φίλος και των δύο. Πολλοί λένε ότι κάποιοι έχουν αναπτυγμένο το αριστερό μέρος του εγκεφάλου κι άλλοι το δεξί και ότι η ισορροπία μεταξύ των δύο μερών είναι απαραίτητη. Αντίστοιχα οι επιτυχημένες επιχειρήσεις οφείλουν να έχουν και τα δύο αυτά μέρη του “εγκεφάλου” τους σε ισορροπία. Αν υποθέσουμε ότι ο Λαμπράκης είχε την μια μεριά ανεπτυγμένη και ο Ψυχάρης την άλλη, ο Ευσταθιάδης ήταν η ισορροπία και των δύο. Όποτε υπήρχε δίλημμα είτε ο ένας είτε ο άλλος θα συμβουλεύονταν τον Ευσταθιάδη (ή τον Καρτάλη). Εγώ φυσικά τα κατάλαβα αυτά μετά – γιατί με τον Ευσταθιάδη γνωρίστηκα κι αγάπησα πολύ πριν καταλάβω το ποιος είναι ποιος στο Βήμα.
Τα παιδιά του Ψυχάρη
Για καλή μου τύχη, με το που μπήκα στο Βήμα απ’ όλους τους συντάκτες εκεί, ξεχώρισα έναν άνθρωπο που έγινε ο πιο πολύτιμος κι αγαπημένος φίλος μου εκεί. Τον Στάθη Ευσταθιάδη, τον αγαπημένο μου «παππού» ή «δάσκαλο». Τον Στάθη τον αγάπησα πολύ -για την ακρίβεια τον είχα αγαπήσει πριν καν τον γνωρίσω κι από κοντά αφού τον διάβαζα ανελλιπώς για πολλά χρόνια. Οπότε το να τον γνωρίσω κι από κοντά ήταν ένα από τα μπόνους της δουλειάς που δεν αποτιμώνται εύκολα. Αντίστοιχη ήταν και η αγάπη για τον Δημήτρη τον Ψυχογιό που έγραφε μια άλλη στήλη που επίσης διάβαζα ανελλιπώς – τον Βοκκάκιο (που κατόπιν έγινε Διόδωρος).
Οι δημοσιογράφοι του Βήματος που τότε ήταν η πιο δυνατή εφημερίδα της χώρας, με στενές σχέσεις με την Κυβέρνηση – άλλωστε κάποιοι συμμετείχαν στον πρωινό καφέ του Μαξίμου κλπ., ήταν για μένα που τους μάθαινα τα Windows και το νέο σύστημα, σαν κακομαθημένα σχολιαρόπαιδα. Άλλοι γκρίνιαζαν ότι καλύτερα να γυρίσουμε στο χειρόγραφο παρά να μάθουν να χειρίζονται το mouse (βλ. Πρετεντέρης – που όταν του είχαν πάει τον υπολογιστή του παίρνει αμέσως τηλέφωνο ότι δεν λειτουργεί το mouse και μπαίνω στο γραφείο και τι να δω; Έναν Πρετεντέρη με το mouse στον αέρα να παραπονιέται ότι αυτό το ρημάδι δεν λειτουργεί!) κι άλλοι όπως ο Ευθυμίου που αντιμετώπιζαν το… δράμα τους με χιούμορ «ρε Βαγενά, οι πιλότοι στο Αιγαίο ρίχνουν αεροπλάνο με ένα κλικ… κι εμείς εδώ για να δημοσιεύσουμε ένα … κείμενο πρέπει να γίνουμε… Μπιλ Γκέιτς» κλπ κλπ. Είχα αρχίσει να ζορίζομαι.
Πάω λοιπόν και βρίσκω τον Δάσκαλο και του λέω κοιτάξτε να δείτε, εσείς είσαστε ο πρεσβύτερος εδώ πέρα και θέλω να γίνετε ο καλύτερος χειριστής του συστήματος για να σας έχω ως παράδειγμα για τους υπολοίπους. Δηλαδή όταν θα ξαναγκρινιάξει ο Ευθυμίου ή ο Πρετεντέρης ή ο Χασαπόπουλος να έχω να τους λέω εδώ τα κατάφερε ο «παππούς» και δεν μπορείτε εσείς; Γέλασε και συμφώνησε. Κι όντως έγινε ο καλύτερος και στην πορεία ενώ εγώ τον δίδασκα πληροφορική εκείνος με μάθαινε όλα τα άλλα. Από το να μου φέρνει ωραία βιβλία κι ωραίες μουσικές μέχρι να μου επισημαίνει ότι ενδιαφέρον βλέπει και ακούει στον τεχνολογικό τομέα για να ακούει την άποψή μου. Ενώ ήταν κοντά 75 ετών ήταν ένας νέος. Εν πάσει περιπτώσει, είναι δύσκολο να αποτυπώσω τη βοήθεια που μου δώθηκε τόσο από τον Στάθη όσο και από τον Μεμή (που ήταν σαν ο Διευθυντής του σχολείου και ο πρώτος παραλήπτης των παραπόνων από τα κακομαθημένα και τους έλεγε ότι θα κάνετε ότι σας λέει ο Βαγενάς αυτή είναι η εντολή από “μέσα” (και καταλάβαιναν αμέσως τι σημαίνει το «μέσα») αφού άλλωστε για αρκετούς ο Ψυχάρης ήταν ο “φόβος και ο τρόμος τους” για λόγους που δεν είναι δουλειά μου να αναφέρω. Αυτοί – και ιδιαίτερα όσοι δεν πήγαν στην κηδεία του – ξέρουν καλύτερα).
Ακόμη πιο στενές σχέσεις.
Μετά από την επιτυχή εισαγωγή του Εκδοτικού για το Κυριακάτικο Βήμα και τις εφαρμογές τις γραμματείας μου ζητήθηκε να του φτιάξω μια εφαρμογή που θα έχει πρόσβαση μόνο αυτός όπου θα γράφει τα σχόλιά του για τους συνεργάτες του. Δηλαδή τον φάκελο του κάθε Δημοσιογράφου. Αλλά αν ήθελε να μπορούσε να δημιουργήσει ομάδες προσώπων που επίσης θα έγραφε τα σχόλιά του π.χ. για πολιτικούς, επιχειρηματίες κλπ. Γενικά μια εφαρμογή – άβατο.
Η εφαρμογή φτιάχθηκε είχε ότι πιο ισχυρή κρυπτογράφηση διέθετε η IBM για το Lotus και μόνο ο ίδιος που είχε τον κωδικό μπορούσε να την δει. Επίσης του είχα φτιάξει μια εφαρμογή μέσα στην εφαρμογή για να βλέπει αυτούς που ενδεχομένως μπορέσουν και σπάσουν την εφαρμογή (που τότε έλεγε η IBM ότι δεν σπάει με τίποτα). Του είπα ότι “κ. Διευθυντά επειδή εγώ δεν είμαι βέβαιος ότι δεν σπάνε αυτά τα πράγματα αν την εφαρμογή την έχετε σε υπολογιστή συνδεδεμένο με το Ιντερνετ θα πρέπει τουλάχιστον να έχουμε αυτή την λειτουργικότητα ώστε να ξέρετε αν κάποιος μπήκε μέσα και τι είδε”. Βασικά του έφτιαξα δύο εφαρμογές που για να παίξει η μια χρειαζότανε την άλλη κλπ.
Μερικές μέρες μετά την παράδοση της εφαρμογής με καλεί η Λούσι -η γραμματέας του- να μου πει ότι με θέλει επειγόντως στο γραφείο του. Μου είπε ότι έχασε τον κωδικό αλλά είχε ήδη περάσει κάποια στοιχεία και να του ξεκλειδώσω την εφαρμογή. Του είπα ότι δεν γίνεται να την σπάσω, εκείνος μου είπε αποκλείεται να μην γίνεται, αφού άλλωστε εγώ του είχα πει πιο πριν ότι ίσως γίνεται. Μου έδωσε τον υπολογιστή του λοιπόν με σκοπό να την σπάσω και με την εντολή να μην πω τίποτα ακόμη και στον διευθυντή μου. Μετά από πολύ κόπο κατάφερα και την έσπασα. Εντόπισα (με την βοήθεια ενός τεχνικού της IBM από την Αγγλία) μια τρύπα στον Domino Server: Δηλαδή αν η εφαρμογή ήταν σε server και είχε εγκατασταθεί σωστά όντως ήταν αδύνατο να σπαστεί από κάποιον που δεν είχε το αρχικό ψηφιακό πιστοποιητικό υπογραφής και δεν μπορούσε να κατεβάσει τις εφαρμογές τοπικά. Αν όμως την εφαρμογή την είχαμε τοπικά, δηλαδή χωρίς σύνδεση με τον server, και έχοντας πρόσβαση στο αρχικό πιστοποιητικό, μπορούσαμε να φτιάξουμε άλλον χρήστη-διαχειριστή της εφαρμογής (που δεν θα έβλεπε τίποτα αλλά θα μπορούσε να προγραμματίσει) και να ξαναδώσουμε δικαιώματα στον χρήστη που είχε δικαιώματα (δηλαδή τον Ψυχάρη) αφού περνούσαμε στο key-ring του το.. τοπικό πιστοποιητικό κλπ.
Τέλος πάντων το νόημα είναι το εξής: Ο Διευθυντής είχε μάθει ότι ο Δημήτρης που ασχολούνταν με τους υπολογιστές/έσπαγε προγράμματα από τα 12 του και που με το που είχε έρθει στον Οργανισμό, «έσπασε» το παλιό σύστημα (επειδή ο καθ’ ύλην υπεύθυνος τεχνικός ήταν μονίμως απασχολημένος κι εγώ έπρεπε να τραβήξω τα ονόματα όλων των εργαζομένων για να τους φτιάξω τους λογαριασμούς τους στο Lotus και ετσι απλά του ζήτησα ένα password με δικαιώματα και χωρίς άλλη βοήθεια σε μερικά λεπτά είχα αντλήσει όλα τα δεδομένα που χρειαζόμουν) ήθελε να δει το πόσο ασφαλές είναι το σύστημα. Ο άνθρωπος που δεν είχε ξεχάσει την επιστολή που είχα στείλει πριν 10 χρόνια με τα παράπονά μου, βρέθηκε να «ξεχνάει» το password του.
Όταν τελείωσα ανεβαίνω πάνω και ο Διευθυντής δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένος που είχα δώσει τη λύση. «Η IBM όταν μας πρότεινε το σύστημα είχε πει ότι δεν σπάει με τίποτα, θέλει υπολογιστικούς αιώνες και κάτι τέτοια, κι εσένα σου πήρε μια μέρα!» Προσπάθησα να του εξηγήσω – ότι αυτό που κάναμε η IBM (τουλάχιστον στην Ελλάδα) δεν το γνώριζε και ότι (το σπάσιμο) είναι μια ιδιαίτερη συνθήκη που χρειάζεται και το αρχικό πιστοποιητικό (root Certificate), και να έχει καταφέρει ο άλλος να έχει την εφαρμογή τοπικά και να έχει το κλειδί κρυπτογράφησης το δικό του κλπ. Καταλήξαμε στο ότι για απόλυτη ασφάλεια στα δεδομένα, οι υπολογιστές που την φιλοξενούν δεν θα πρέπει να έχουν διασύνδεση στο Ιντερνετ.
Εισαγωγή στη Διαμόρφωση της Πολιτικής της Τεχνολογίας
Από τον Στάθη, εγώ ο πληροφορικάριος, έμαθα για την δυναμική του Cloud/SaaS και γιατί θα είναι μονόδρομος. Μου είχε δείξει μια από τις πρώτες σχετικές δημοσιεύσεις και ζήτησε τη γνώμη μου. Αν θυμάμαι καλά του είχα πει ότι μάλλον έτσι θα είναι όμως ότι είναι πολύ νωρίς ακόμη. Ξεκινήσαμε μια συζήτηση για τη σύγκληση των ΜΜΕ – ήμουν στην σχετική ομάδα του ΙΕΕ για Television, Radio και Data Broadcasting μάλιστα εκείνη τη χρονιά είχαμε την διετή συνάντησή μας στο Cambridge. Με ενθάρρυνε να πάω, και τα έξοδά μου να τα κερδίσω γράφοντας ένα άρθρο για το μέλλον της «Ψηφιακής» στο Κυριακάτικο Βήμα και άλλα αναλυτικότερα άρθρα στο RAM. Ενώ δεν ζορίστικα καθόλου με τη συγγραφή του αναλυτικού άρθρου για το RAM, για το Βήμα είχα ζοριστεί πολύ. Άσχετος από συγγραφή πήγα στο φίλο μου τον Σώτο τον Χρυσαφόπουλο που είναι συνυπεύθυνος για τη δομή του που πήρε (μαζί με τον Στάθη) τις σκέψεις μου και τις κάναν κείμενο ικανό να δημοσιευτεί στο Βήμα. Σε αυτό το άρθρο μέσα στα άλλα θα βρείτε την πρώτη αναφορά στην Ελλάδα για την αξία του User Generated Content (το 1998 δεν υπήρχε φυσικά ούτε Youtube ούτε κοινωνικά δίκτυα, όμως είχαν ήδη γίνει ήδη οι πρώτες συμπεριφορικές αποτιμήσεις).
Η Ψηφιακή Τηλεόραση (όπως είναι σήμερα) και ο Σταύρος Ψυχάρης.
Μετά τις δημοσιεύσεις των άρθρων μου ενημερώθηκα ότι το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας θα οργάνωνε μια ημερίδα για την Ψηφιακή Τηλεόραση και μου ζητήθηκε να εκπροσωπήσω τον Οργανισμό στην ημερίδα. Κοιτώντας την ατζέντα κατάλαβα ότι τόσο τα ελληνικά Πανεπιστήμια όσο και οι ελληνικές επιχειρήσεις (π.χ. Ιντρακομ) εκείνη την εποχή θεωρούσαν ότι η Ψηφιακή Τηλεόραση θα είναι δορυφορική. Αφού έφτιαξα την παρουσίαση με τη βοήθεια του Στάθη Ευσταθιάδη για να είμαι πιο «διπλωματικός» του εξήγησα ότι σύμφωνα με εμένα (και τους Άγγλους φίλους μου), δεν θα παίξουμε δορυφορικά στο άμεσο μέλλον – ίσως σε 50 χρόνια αλλά μέχρι τότε τα τεχνικά προβλήματα (καθυστερήσεις/κόστος στους satellite transceivers καθιστούν αδύνατη την απαραίτητη δια δραστικότητα που πρέπει να έχει το μέσο). Του λέω «Δάσκαλε πως θα πω εγώ αυτά τα πράγματα όταν ο κ. Κόκκαλης είναι κουμπάρος του κ. Διευθυντή;». Τη δουλειά σου εσύ ήταν η απάντηση.
Μερικές μέρες μετά με καλεί ο Ψυχάρης στο γραφείο του να του πω τι σκοπεύω να πω μιας και είχε ενημερωθεί από τον Στάθη ότι φοβάμαι να μη θίξω τη δουλειά του καλού του φίλου του Σωκράτη. Μου έκανε εντύπωση ότι ενώ η παρουσίαση δεν είχε προτάσεις αλλά ήταν απλά μια ανάλυση της πραγματικότητας/εξελίξεων, μου είπε «Βαγενά όχι μόνο να τα πεις, αλλά θα τα πεις σαν να τους δίνεις εντολές. Όμως στο τέλος θα πρέπει να γράψεις και τις προτάσεις σου. Προς το παρόν τους λες τι δεν κάνουν καλά αυτοί και που το πάνε οι άλλοι που κατ’ εσένα είναι οι σωστοί. Θα τους δώσεις και τη λύση. Θα πεις την αλήθεια σου και η καλύτερη αλήθεια να νικήσει. Αλλά οριοθέτησε τι τελικά είναι η νίκη. Μέχρι τώρα είναι μια ανάλυση χωρίς συγκεκριμένες προτάσεις». Ποιές προτάσεις του λέω; Αυτά που μου εξήγησες εμένα τώρα – η ανάλυση σου είναι χρωματισμένη, εγώ μπορεί να κατάλαβα που το πας -ότι δεν πρέπει να παίξουν δορυφορικά- αλλά επειδή μάλλον δεν θα το καταλάβουν όλοι όσοι θα είναι εκεί πρέπει να είσαι ξεκάθαρος, να μην φοβάσαι.
Φαντάζομαι ότι λόγω της δύναμης του ΔΟΛ εκείνη την εποχή ήμουν ο πρώτος ομιλιτής μετά τον Υπουργό. Εκεί είπα στους παριστάμενους ακαδημαικούς κι εκπροσώπους εταιρειών που είχαν επενδύσει στην δορυφορική, να τα ξεχάσουν αυτά τα πράγματα, δεν θα γεμίσουμε τις πόλεις μας με δορυφορικά πιάτα που δεν βοηθούν ούτε στο άπλωμα των ρούχων και ότι στη δημόσια τηλεόραση και στα υφιστάμενα τηλεοπτικά κανάλια η ψηφιακή μετάδοση θα πρέπει να γίνει με την «επίγεια» δηλαδή με ψηφιακό σήμα συμβατό με τις υφιστάμενες κεραίες. Ταυτόχρονα οι ISPs θα πρέπει να ενισχυθούν για να αναβαθμίσουν το δίκτυό τους και η αμφίδρομη-διαδραστική τηλεόραση θα παίζει πρωτίστως μέσα από την δική τους υποδομή. Εξήγησα με τον πιο απλό τρόπο ότι η αμφίδρομη διάδραση είναι το κύριο χαρακτηριστικό του Ιντερνετ και δεν μπορεί να γίνει με την χρονοκαθυστέρηση που υπάρχει στους δορυφορικούς πομποδέκτες.
Εγινε χαμός. Ηταν σαν να είχε προγραμματιστεί ένα «πάρτυ» και η πρώτη ουσιαστική ομιλία να ακύρωνε όλη την υπόλοιπη ατζέντα, αναγκάζοντας τους υπόλοιπους ομιλητές να αυτοσχεδιάσουν προσπαθώντας να απαντήσουν στις δικές μας προτάσεις. Φυσικά δεν είχαν απαντήσεις και φυσικά σήμερα έχουμε και στην Ελλάδα την Ψηφιακή μετάδοση μέσα από την Digea κλπ.
Τότε βέβαια δεν ήξερα. Στο διάλλειμα μου την είχαν πέσει διάφοροι παριστάμενοι όπως ένας καθηγητής από το Πανεπιστήμιο της Πάτρας που με ρώτησε αν έχω συναίσθηση του τι είπα (εγώ ανταπάντησα αν αυτός έχει συναίσθηση του τι κάνει και για ποιόν το κάνει). Μόνη θετική εξαίρεση η Βίβιαν Κεχρή, Νομική Σύμβουλος του ΟΤΕ που ήρθε να με συγχαρεί κλπ. Όταν γύρισα στον Οργανισμό πέρασα από το γραφείο του Διευθυντή να του πω τα καθέκαστα. Ηταν περιχαρής. Εγώ με κομμένα τα φτερά. Τι έγινε μου λέει; «Τι να γίνει κ. Διευθυντά; Η σφαγή του Δράμαλη. Ένα δράμα». Γελούσε. “Γιατί τι συνέβη;” ρώτησε γελώντας (σαν να τα ήξερε όλα); «Ε τι γιατί. Κατ’ αρχήν ενώ μίλησα μετά τον Υπουργό, ο Υπουργός είχε ήδη φύγει, οπότε δεν με άκουσε. Μετά τα είπα όπως μου είπατε και ήταν σαν να τους χάλασα το πάρτυ. Επρεπε να βλέπατε τις φάτσες τους. Στο διάλλειμα δυο τρεις μου επιτέθηκαν, ένας μίλησε και για καπέλωμα από τον ΔΟΛ κλπ.». Ξαναχαμογέλασε. Μετά έμαθα από τον Στάθη ότι ο Υπουργός είχε ήδη ενημερωθεί για το τι θα έλεγα και προφανώς δεν ήθελε να είναι παρόντας στις αντιδράσεις.
Το «να τους πεις την αλήθεια σου και η καλύτερη αλήθεια να νικήσει» – πέραν του ότι είναι το εσωτερικό μότο της RAND Corporation- το είχα ακούσει για πρώτη φορά από τον μεντορά μου στην Ford Motor Company – που ήταν βασικά ο άνθρωπος της οικογένειας Ford στο τμήμα Έρευνας και Ανάπτυξης της εταιρείας – όταν σε κάποια φάση δεν είχα καλά νέα να του πω για ένα θέμα. Μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση – αν μη τι άλλο επιβεβαίωσε το επίπεδο του Ψυχάρη: World class.
Το ίδιο επίπεδο συνάντησα ξανά το 2011 όταν συνεργάστηκα με την Οικογένεια Rothschild για ένα project ενός μέλους της. Πάλι εκεί δεν είχα καλά νέα σε ένα θέμα που είχε να κάνει με την βιωσιμότητα ή όχι μιας δραστηριότητας. Και εκεί, έχοντας ήδη φάει ξύλο στην Ελλάδα ήμουν επιφυλακτικός. Γνώριζαν και οι Rothschild άλλωστε τι είχα πάθει στην Ελλάδα που πίστευα ότι ήταν ώριμη (με τις σωστές συνθήκες) για μια εταιρεία με το όνομα…. Metadata. Όμως κι εκεί όχι μόνο με ενθάρρυναν να τους πω την αλήθεια μου, αλλά να τη θέσω και σε ανοιχτή διαβούλευση με τους άμεσα θιγόμενους-εμπλεκόμενους. Και μετά από δύο εβδομάδες έκλεισαν τη δραστηριότητα επειδή απλά η δική μου αλήθεια τους φάνηκε πιο… αληθινή από την αλήθεια των άλλων – ορισμένοι εξ’ αυτών ήταν συγγενείς, παιδικοί συμμαθητές-«φίλοι» κλπ. Αντίστοιχα πάλι με την ίδια οικογένεια το 2014 με Thompson-Reuters Financial and Risk. Και εκεί άκρη δεν μπόρεσα να βρω και εκεί είχα άσχημα νέα αλλά και πάλι πάρθηκε η σωστή απόφαση.
Δυστυχώς στην Ελλάδα οι Ψυχάρηδες είναι ελάχιστοι. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι όλοι αναφέρουν ότι ο Ψυχάρης ήταν ο «φόβος και ο τρόμος» των δημοσιογράφων. Για μένα ήταν ένας πανέξυπνος -άρα φύσει και θέσει καλός- άνθρωπος με χιούμορ που στόχο του είχε την αλήθεια – σε όλα. Αν είσαι ψεύτης ή έχεις άλλες ατζέντες είναι σαφές ότι άνθρωποι σαν τον συγχωρεμένο θα είναι ο «φόβος και ο τρόμος» σου. Και έτσι θα προτιμάς να δουλεύεις για ανθρώπους που μπορείς να τους χειριστής (π.χ. ανθρώπους που θέλουν πολύ συγκεκριμένα πράγματα όπως φαντάζομαι πολλοί σημερινοί επιχειρηματίες-ιδιοκτήτες ΜΜΕ) παρά ανθρώπους που είναι σε άλλη σφαίρα από σένα. Σαφέστατα είχα δέος για τον Ψυχάρη και σεβασμό και εκτίμηση αλλά φόβο δεν είχα. Ισα-ισα. Και δεν ήταν επειδή είχα «άγνοια κινδύνου» – αφού όπως σας είπα ζούσα καθημερινά μαζί του. Αυτό ελπίζω να γίνει αντιληπτό με την καταληκτική ιστορία.
Η «αποχώρηση» από τον ΔΟΛ (στο απόγειο της δύναμής του).
Τον Γενάρη του 1999 όλα πήγαιναν ρολόι: Το εκδοτικό και οι εφαρμογές μια χαρά, το Ημερήσιο Βήμα θα κυκλοφορούσε άμεσα, ο ΔΟΛ έμπαινε/είχε μπει στο Χρηματιστήριο και ο Στάθης με έσπρωχνε να μάθω και τη δουλειά του δημοσιογράφου (όχι φυσικά για να γίνω επαγγελματίας δημοσιογράφος αλλά για να μπορώ να εκτιμώ καλύτερα το έργο των ανθρώπων με τους υποίους συναναστρεφόμουν). Επίσης είχα χρόνο για να… «γκομενίσω» δηλαδή τα είχα φτιάξει με μια συντάκτρια του Βήματος. Παράλληλα η ΕΡΤ ήθελε να ξεκινήσει με το ert.gr, προσέγγισε τη Ναυτεμπορική (που τότε ήταν το καλύτερο ειδησιογραφικό σαιτ στην Ελλάδα), και μέσω της Ν και με την εγκριση του Ψυχάρη βρέθηκα να συμβουλεύω και την ΕΡΤ. Τόσο χαλαρά.
Στις συζητήσεις μας με τον Στάθη για το πως από γιος κομμουνιστή βρέθηκα να είμαι θαυμαστής της Θατσερικής Αγγλίας, είχε ακούσει ότι σαν έφηβος, πέρα από το Κυριακάτικο Βήμα διάβαζα και τον Κυριακάτικο Ριζοσπάστη. Μάλιστα του είχα πει ότι σύγκρινα την δική του εικόνα για τα διεθνή με τις αντίστοιχες στήλες του Ριζοσπάστη. Επίσης του είχα πει ότι ο Ριζοσπάστης ήταν σαφέστατα καλύτερος από το Βήμα σε ένα θέμα: Στις κριτικές κινηματογράφου που έγραφε ο Δημήτρης Δανίκας. Ο Δανίκας ήταν τότε στα Νέα. Κάπως, δεν θυμάμαι ακριβώς πως, γνωριστήκαμε με τον Δημήτρη, γίναμε φίλοι, βγαίναμε μαζί και με πείθει να ξεκινήσω να συνεργάζομαι για το Περιοδικό Μετρό (έχω γράψει σχετική ιστορία εδώ). Εν πάσει περιπτώσει, θέλω να πω ότι όλα ήταν παραδεισένια.
Ξαφνικά μαθαίνω ότι ο δημοσιογράφος για τον οποίο εγώ έσπασα το χέρι μου και στη συνέχεια έφυγα από την Ναυτεμπορική θα ερχόνταν στο Ημερήσιο Βήμα. Δηλαδή εγώ πήγα στο Βήμα για να μην τον βλέπω μπροστά μου κι αυτός θα έρχονταν σε μένα!
Το λέω πρώτα στον «παππού». «Δάσκαλε το και το. Μαθαίνω ότι είναι να έρθει αυτός. Δεν το αντέχω, τι να κάνω;». «Να πας στον Σταύρο και να του πεις το πρόβλημα σου φυσικά!» η απάντηση. Πάω στο γραφείο. «κ. Διευθυντά το και το, μαθαίνω ότι πρόκειται να έρθει ο Μ.Ν. εδώ και έχει συμβεί το και το το… ορίστε δείτε και το χέρι μου που έχει πάρει… δεν φτάνει που βλέπω κάθε μέρα το χέρι μου, πρέπει να τον βλέπω και μπροστά μου; Δεν το αντέχω!». «Όχι παίδι μου τι είναι αυτά που λες… ούτε που τον ξέρω». Εντάξυ-εντάξυ. Πάντως να ξέρετε ότι αν έρθει εγώ θα φύγω. Όχι δεν υπάρχει θέμα κλπ.
Περνάν μερικές μέρες, μαθαίνω ότι ο Μ.Ν. παραιτήθηκε από την Ναυτεμπορική με (προφανή) προορισμό τον ΔΟΛ. Ξαναπηγαίνω στον Διευθυντή. «κ. Διευθυντά το και το. Μου λένε ότι θα έρθει. Αν έρθει εγώ θα φύγω.» Μα τι είναι αυτά που λες δεν τον ξέρω καν τον άνθρωπο κλπ.
Πάω και στον Μεμή και του λέω το και το (μήπως και ήταν κάποια πρόσληψη που είχαν ξεχάσει να ενημερώσουν τον Διευθυντή μέσα στον χαμό των προσλήψεων). «Όχι δεν τον ξέρουμε και στο φινάλε τι θέμα έχεις εσυ;». Αντε ξανά μανά να εξηγώ την ιστορία στον Χρήστο. “Όχι ρε μην ανησυχείς κλπ.”
Περνάν ακόμη μερικές μέρες και έχω ένα τηλέφωνο για να ανοίξω λογαριασμό για το… Μ.Ν. Ανεβαίνω πάνω έξαλλος και πάω στον Δάσκαλο και στον Μεμή (ο Διευθυντής απουσίαζε) και τους λέω τα καθέκαστα. Μάθαμε το πως προσλήφθηκε και ότι ήταν μια εξυπηρέτηση κλπ κλπ. Αφού τον στόλισα κανονικά τους είπα ότι «αυτός να ξέρετε θα σας πουλήσει για 20χιλιάρικα» και ότι λυπάμαι που πρέπει να παραιτηθώ. Να λένε «μα τι είναι αυτά που λες! ΟΚ είπες μια κουβέντα, δεν σημαίνει και κάτι. Στην χειρότερη θα τον απολύσουμε. Απλά άστον να έρθει και σε λίγο θα τον στείλουμε μην σε προβληματίζει». Τους λέω τι λέτε, με τι μούρη εγώ θα ξαναδώ τον κ. Διευθυντή; Εγώ του είπα και μάλιστα δύο φορές ότι αν έρθει αυτός εγώ θα φύγω. Δεν του είπα άμα έρθει και μέχρι να φύγει εγώ θα παραμείνω! Μετά με τι μούρη θα τον ξαναδώ; πως θα του πω κάτι και θα με πάρει στα σοβαρά; Ο Διευθυντής είναι ο πιο σοβαρός άνθρωπος που έχω συναναστραφεί στην Ελλάδα και τώρα θα του τα γυρίσω; Δεν γίνεται». Και σηκώθηκα κι έφυγα κι έγραψα την επιστολή παραίτησής μου, όχι στον Διευθυντή μου στη Multimedia, αλλά στον Ψυχάρη! (Μετά από μερικά χρόνια, ενώ δούλευα με τον Πέτρο τον Κόκκαλη δηλαδή τον γιο του κουμπάρο του, έτυχε να ξαναδιαβάσω το τι του είχα γράψει και ντράπηκα τόσο πολύ που την έσβησα). Σε γενικές γραμμές του έλεγα ότι επειδή σε σέβομαι δεν μπορώ να πάρω ότι σου είπα πίσω, όσο και αν είναι άβολο όσο και αν δεν το θέλω. Του είπα ότι είσαι ο πιο σοβαρός άνθρωπος που έχω γνωρίσει και ότι ξέρω αν τυχόν κάνω κάτι τέτοιο μετά δικαιολογημένα θα με έχεις ευνουχίσει… θα είμαι σαν όλους τους άλλους που σε φοβούνται. Εγώ σε σέβομαι αλλά δεν σε φοβάμαι. Επίσης του είπα να μην ανησυχεί δεν θα τον κρεμμάσω, θα κάτσω όσο χρειάζεται (χωρίς ανεβαίνω στους ορόφους) για να γράψω τεκμηρίωση στο τι έκανα.
Εκείνο τον μήνα (Μάρτιος 1999) δεχόμουν συνεχείς πιέσεις να παραμείνω. Ενδιάμεσος ήταν ο παππούς. «μα δεν έχεις καταλάβει που είσαι, θα σηκωθείς να φύγεις απ’ εδώ;». Δεν έπιανε αυτό. Πάμε στο υπονοούμενο διαδοχής. Δεν έπιανε κι αυτό; Πάμε σε επιχειρήματα του στυλ αν φύγεις απ’ εδώ θα είναι δύσκολο να βρεις κάτι ανάλογο.
Και φτάσαμε στο εξής καταπληκτικό. Σε μια συζήτηση για το τι θα κάνω λέω στον παππού ότι κοιτάξτε να δείτε αν νομίζετε ότι δεν έχω μέλλον στην Ελλάδα (και πράγματι θα είναι είτε πολύ δύσκολο να βρω ένα περιβάλλον σαν του ΔΟΛ είτε γιατί θα φάω μαύρο από τον ίδιο τον ΔΟΛ) θα ήθελα να σας πω ότι εγώ έχω μέλλον… Είτε στην Αμερική είτε στην Αγγλία. Κατά προτίμηση στην Αγγλία. Και τι θα κάνεις εκεί; Θα κάνω αυτό που κάνω τα τελευταία 8 χρόνια. Δηλαδή να ασχολούμαι με την ασύγχρονη λογική. Το Ιντερνετ είναι το hobby μου. Είναι απλά ένα μέσο για να δοκιμάζουμε τις θεωρίες μας κι ένας ευχάριστος τρόπος για μένα να βιοπορίζομαι σε περιβάλλοντα που μου αρέσουν. Όσο μου άρεσε η Ναυτεμπορική ήμουν στην Ναυτεμπορική. Όταν έπαψε να μου αρέσει (για τον γνωστό λόγο) ήρθα εδώ. Τώρα που δεν θα μου αρέσει εδώ το περιβάλλον πρέπει να φύγω. Όσα ξέρετε για μένα ισχύουν. Υπάρχουν όμως και ορισμένα πράγματα που δεν ξέρετε. Του είπα μερικά πράγματα, για το τι έκανα για το κέντρο Ερευνών της Ford και ότι ο μέντοράς μου με έχει φέρει σε επαφή με το κορυφαίο think tank στον κόσμο την RAND με στόχο να σώσουμε ζωές (στα πεδία των μαχών). «Α μα εμείς δεν ξέρουμε τίποτα!» Σαφώς και δεν ξέρετε γιατί η δουλειά των υπηρεσιών με τις οποίες εσείς μπορεί να μαθαίνετε πράγματα που θέλουν να μαθαίνετε είναι να προστατεύουν συνεργασίες σαν κι αυτή που έχω εγώ! Οπότε αν υποθέσουμε ότι όλο αυτό ήταν μια δοκιμασία για να καταλάβετε από που αντλώ το… θράσος μου… τα καταφέρατε. Εγώ ξέρετε δεν είμαι υπάλληλος ούτε πληρώνομαι ούτε αποκομίζω υλικά οφέλη -άλλα από το συναντώ σημαντικά «μυαλά» – απ’ αυτό το έργο. Δεν κάνω «μπίζνες»! Άλλωστε είναι έργο που η αξία του δεν αποτιμάται αφού αφορά στην βιωσιμότητα οργανισμών όπως η Ford στη Νέα Εποχή ενώ μάλλον έχει αξία και για το (Αμερικανικό) Πεντάγωνο. Από που νομίζετε ότι αντλώ τη δύναμη να ανταπεξέλθω στις δυσκολίες που είναι βέβαιον ότι θα έχω επειδή απλά θα τηρήσω τον λόγο μου; Εμείς ασχολούμαστε με Λογική και Μαθηματικά μακριά από επηρεασμούς… οι πολιτικές -δηλαδή η εξισορρόπησή των υφιστάμενων συμφερόντων στα νέα δεδομένα- έπονται. Αυτό άλλωστε δεν μου είχατε πει ότι είναι ο «εκσυγχρονισμός» που πρεσβεύει και ο φίλος ο Σημίτης; «Ναι Δημήτρη μου… και με σεβασμό στο παρελθόν, σημαντικό κι αυτό». «Ακριβώς. Συμφωνούμε απόλυτα!»
Μετά από αυτή τη συζήτηση με ενημέρωσε ο Στάθης ότι υπάρχει μια υποτροφία του Συλλόγου οι Φίλοι της Μουσικής στα ΜΜΕ με καταληκτική ημερομηνία 30 Μαρτίου του 1999 για αποφοίτους ηλικίας μέχρι 30 ετών (εχω γεννηθεί στις 30 Μαρτίου 1969) και να κάνω αμέσως τα χαρτιά μου! Φυσικά του είπα μα εδώ φεύγω πως είναι δυνατόν να πάρω την υποτροφία; Βρε κάνε εσύ τα χαρτιά σου και μη σε νοιάζει – μην υποτιμάς ούτε τον Σταύρο ούτε τον Λαμπράκη.
Παράλληλα στον Μ.Ν. του έγινε πρόταση από την Καθημερινή (με 20 χιλιάρικα μισθό παραπάνω όπως ακριβώς είχα πει στον Χρήστο και τον Στάθη) κι ευτυχής έφυγε από το Βήμα μετά από μερικές μέρες παραμονής του σε εμάς και πήγε εκεί (και νομίζω παραμένει). Με αφορμή την απομάκρυνσή του Μ.Ν. προσπάθησαν πάλι μήπως και αλλάξω γνώμη και σχεδόν τα κατάφεραν. Δυστυχώς όμως τότε εγώ κατάλαβα ότι ο προϊστάμενος μου στη Multimedia, ενοχλημένος από τις αβάντες του Βήματος, πολύ θα ήθελε να με δει να φεύγω ακόμη κι αν αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να φτιάξει ομάδα πέντε ατόμων για να με αντικαταστήσει (όπως και έκανε). Συνεπώς δεν υπήρχε περιθώριο παραμονής.
Κατάληξη
- Μου δόθηκε η υποτροφία από τους Λαμπράκη-Ψυχάρη
- Μου δόθηκε η ευκαιρία να εργαστώ στην δημιουργία του in.gr το οποίο βασίζονταν στην μελέτη «Η Ψηφιακή» που είχαμε εκπονήσει με τον Σ. Χρυσαφόπουλο και που είχα παραδώσει στον Στ. Ψυχάρη (όπως περιγράφω αναλυτικά εδώ)
- Ενώ ήμουν στο Λονδίνο μάθαινα ότι το in.gr είχε ξεφύγει από το σχέδιο της Ψηφιακής (σε όγκο, δαπάνες κλπ κλπ) κι έγραψα με τον Διευθυντή Ερευνών της RAND Corporation τον Δεκέμβριο του 1999 μια επιστολή στους Λαμπράκη-Ψυχάρη που τους ενημερώναμε ότι «δεν ξέρουμε που θα καταλήξει το μέσο, ότι ακόμη δεν έχουμε δει τίποτα» για να καταλήξουμε στο ότι πρέπει να αναδιπλωθούν από τα ανοίγματα που είχαν κάνει στο Ιντερνετ. Αυτή η επιστολή δημοσιεύτηκε στο Κυριακάτικο Βήμα με τη μορφή άρθρου ανήμερα της γιορτής μου τον Οκτώβριο του 2000.
- Ο Ψυχάρης που από την μια είχε ανθρώπους σαν και μας και από την άλλη τους “τεχνοκράτες”, νεοφώτιστους, ευαγγελιστές του internetικου και χρηματιστηριακού μπουμ – αλά Ελληνικά – στον ΔΟΛ, πήρε τις αποστάσεις του, λέγονταν μάλιστα τότε ότι είχε πέσει σε «δυσμένεια». Η αλήθεια είναι ότι ήξερε την… αλήθεια. Γνώμη μου είναι ότι απλά πίστευε ότι θα έχει τη δύναμη να αναστρέψει την πορεία όταν θα μπορούσε να νοικοκυρέψει τα πράγματα.
- Όταν επέστεψα από το Λονδίνο μου ζητήθηκε να εργαστώ στο in.gr. Είδα ότι το payroll είχε κοντά 10 φορές περισσότερα άτομα (και 20 φορές περισσότερες δαπάνες) από αυτά που είχαμε εισηγηθεί στην μελέτη μας με τον Σώτο και τους είπα ότι όταν απολύσουν τους πλεονάζοντες αυτοί που τους προσέλαβαν και “πέσουν” στα 20 άτομα, τότε να πάω, αλλά μέχρι τότε δεν θα μπορέσω καλύτερα να μείνω άνεργος. Εκεί ειπώθηκε το ιστορικό «μα σε σπουδάσαμε», για να πάρουν την απάντηση «μα ακριβώς επειδή με σπουδάσατε εγώ δεν μπορώ να σας κλέψω, καλύτερα να μείνω άνεργος» – όπως κι έμεινα για αρκετούς μήνες.
- Τελικά τόσο ο Ψυχάρης όσο και ο Λαμπράκης πλήρωσαν την καταστροφή που επέφεραν οι ίδιοι άνθρωποι που είχαν φέρει και τον Μ.Ν. στο Βήμα, με την υγεία τους.
- Όταν έμαθα ότι αρρώστησε ο Λαμπράκης πρότεινα να χαρίσω το music.gr στο Μέγαρο Μουσικής. Μου αρνήθηκε ευγενικά λέγοντας ότι είναι ήδη σε καλά χέρια.
- Με την βαφτισιμιά του Λαμπράκη την Ξένια Παπασταύρου, φτιάξαμε το 2008 το progreece.gr ένα ηλεκτρονικό κατάστημα για αγροτουριστικά προιόντα και τον αγροτουρισμό. Η δουλειά που κάναμε ήταν τέτοια που η ίδια πλατφόρμα χρησιμοποιήθηκε για την δημιουργία του ηλεκτρονικού καταστήματος του Σκλαβενίτη το 2009. Δυστυχώς την ημέρα που είμασταν καθόλα έτοιμοι να ξεκινήσουμε την λειτουργία του – κάηκαν τα κεντρικά γραφεία του Σκλαβενίτη. Ποτέ δεν μάθαμε αν και κατά πόσο ήταν τυχαίο. Πάντως μέρη του κωδικά μας υπάρχουν και στο σημερινό του ηλεκτρονικό κατάστημα, για να μην πω ότι το κατάστημα που του είχαμε φτιάξει εμείς τότε είχε περισσότερη λειτουργικότητα από αυτήν που έχει το σημερινό του, 13 χρόνια μετά.
- Επίσης το 2009 προτείναμε στον ΔΟΛ να του φτιάξουμε την νέα του πλατφόρμα για τα χρηματιστηριακά ώστε να μπορέσει να σταθεί στον ανταγωνισμό. Ηταν ένα έργο που θα κόστιζε σε μας 200κ, αλλά μπορούσαμε να πέσουμε μέχρι περίπου 50κ, με την προοπτική να καλυφθεί η επένδυση από ανανεώσεις συμβολαίων, άλλους πελάτες κλπ. Όμως δεν μπορούσαμε να πέσουμε πιο χαμηλά. Για 10κ δεν τα βρήκαμε κι έτσι δεν έγινε. Από τότε είχα προβλέψει ότι ο ΔΟΛ (όπως τον ξέραμε) θα κλείσει οριστικά. Το είχα συζητήσει και στον δικό μου επενδυτή λέγοντας του να μεταφέρουμε κάπως τα λάθη τους, μήπως μπορούσε να το κάνει ο ίδιος κλπ. Και μου είχε πει… «αχ ρε Δημήτρη, πως είναι δυνατόν να πάμε να τους πούμε εμείς ότι είναι τελείως λάθος; Είσαι με τα καλά σου;». Δεν ξέρω αν ήταν ο «άδικος φόβος» για τον Ψυχάρη (που ήταν ήδη μειωμένης λειτουργικότητας) ή της επίγνωσης ότι απλά δεν διοικούσε ο μόνος ίσως άνθρωπος που μπορούσε να ακούσει την… αλήθεια.
- Η τελευταία φορά που τον είδα από κοντά, αγνώριστο και συντετριμμένο, ήταν τον Ιανουάριο του 2017 στην κηδεία του αγαπημένου μας Στάθη – μερικές μέρες πριν από τη μεταβίβαση του ΔΟΛ στον Όμιλο Επιχειρήσεων του Ευάγγελου Μαρινάκη.
Νομίζω ότι με όλα αυτά κάλυψα όσο καλύτερα μπορούσα την τύχη που είχα να συναντήσω αυτόν τον άνθρωπο. Σαφέστατα υπάρχουν πολλά άλλα αξιόλογα που θα μπορούσε να πει κάποιος. Αλλά αυτά είναι τα πράγματα για τα οποία θα τον θυμάμαι με αγάπη. Σαφέστατα ήταν ένα μέτρο σύγκρισης. Από την άλλη με κακόμαθε κι όλας. Πίστευα-ήλπιζα ότι υπάρχουν κι άλλοι. Δυστυχώς έπεσα έξω. Από την άλλη βέβαια, λόγω των αποτυχιών αυτών βίωσα κι ανεπανάληπτες εμπειρίες, που με πήγαν σε άλλη “πίστα” και με απελευθέρωσαν από διάφορες τύψεις και ενοχές που κάποτε είχα, αδικώντας τον εαυτό μου. Ακόμη και να τρώω ξύλο μέχρι να ηρεμίσει ο άλλος, χωρίς να απαντάω ή τέλος πάντων με όση υπομονή/επιμονή διαθέτω. Γι’ αυτό έμαθα και να συγχωρώ. Όπως ακριβώς είχε συγχωρέσει ο Ψυχάρης το κακομαθημένο παιδί που ήμουν τότε. Τι άλλο καλύτερο μάθημα να πάρει κάποιος από κάποιον, μακράν, σοφότερο;
Αγκίστρι Αύγουστος 2022.
ΥΓ. Αφορμή για αυτό το κείμενο ήταν μια κουβέντα της φίλης μου της Ζωής που φιλοξένησε εμένα και τη συντροφό μου στο σπίτι της για τις διακοπές μας. Πηγαίναμε σε ένα μέρος να κάνουμε μπάνιο και λέει να εδώ δίπλα μένει και ο Γιώργος ο Διαλεγμένος. Αχ ρε Ζωή της λέω, αν τον ξέρεις πως θα γίνει να τον συναντήσουμε; Θέλω να τον ευχαριστήσω για την μοναδική εμπειρία που είχα με την «Νύχτα της Κουκουβάγιας» που είχα δει (δυο φορές μάλιστα) σε σκηνοθεσία του Λευτέρη Βογιατζή το 1998. Μετά εκεί που καθίσαμε, κι όπως αράξαμε και σε κάποια φάση σέρφαρα στο κινητό είδα το κείμενο του Λακόπουλου μαθαίνοντας και για το συμβάν και για την απουσία ανθρώπων που ήλπιζα ότι θα ήταν εκεί. Επειδή δεν έπεσα κι από τα σύννεφα, είπα να ξεχάσω τον Διαλεγμένο και να γράψω ένα κείμενο για τον Ψυχάρη που του οφείλω πολλά περισσότερα και που ίσως να εξηγεί και το γιατί. Ετσι, αρκετές από τις υπόλοιπες μέρες, και σε συνδυασμό με κάποιες συζητήσεις που είχα με έναν καλό μας φίλο που μέσα στα άλλα μου έβαζε χέρι για την εγγενή ανισορροπία μου υπάρχει μεταξύ του μυαλού και της καρδιάς μου, σηκωνόμουν το πρωί κι έγραφα αυτές τις αναμνήσεις. Το μυαλό μου έλεγε ότι μάλλον δεν έπρεπε να τα γράψω όλα αυτά, αλλά η καρδία μου πήρε το πάνω χέρι.